Ο τρόμος κάθε συγγραφέα: οι επίσημες κριτικές που θα λάβει για το πόνημά του. Στην περίπτωση της Βαλερί Τριερβελέρ το στοίχημα είναι άλλο. Από τη στιγμή που δεν είναι δόκιμη συγγραφέας και δεν φαίνεται να επιθυμεί να ακολουθήσει αυτό τον επαγγελματικό δρόμο, αυτό που επιζητούσε ήταν η «γραπτή εκδίκηση» της απατημένης συζύγου προς τον «μπερμπάντη» άνδρα που στην περίπτωσή της τυγχάνει να είναι ο Φρανσουά Ολάντ.
Το πέτυχε; Ο Guardian, στη στήλη κριτική του βιβλίου, κάνει το βιβλίο της πρώην Πρώτης Κυρίας της Γαλλίας… φύλλο και φτερό. Η αποδόμηση του «Μerci pour ce moment» γίνεται επί τη βάσει των κινήτρων της Γαλλίδας και όχι ως προς το συγγραφικό της ταλέντο που έτσι και αλλιώς είναι αδιάφορο.
Η αρθογράφος της βρετανικής εφημερίδας, Χάντλεϊ Φρίμαν, σημειώνει: «Έχει άραγε φίλους η Τριερβελέρ; Αν ναι, και είναι αληθινοί, τότε θα την απέτρεπαν να γράψει αυτό το βιβλίο. Έχουν γραφτεί πολλά για το συγκεκριμένο βιβλίο που έτσι και αλλιώς στη Γαλλία έγινε best seller. Τα ζητήματα καρδιάς είναι δύσκολα και λυπηρά. Ειδικά όταν συμβαίνουν μπροστά σε όλο τον κόσμο. Είναι κατανοητό η Τριελβελέρ να οδηγήθηκε στη συγγραφή μέσω του πόνου και της οργής και αυτά τα δύο στοιχεία την οδήγησαν στο λάθος. Το βιβλίο της μοιάζει με αυτό του OJ Σίμπσον. Προσπαθώντας να βελτιώσει τη δημόσια εικόνα της, την κάνει χειρότερη».
Το βασικό πρόβλημα του βιβλίου κατά την αρθρογράφο είναι ότι η Τριεβελέρ δεν άφησε στην άκρη την οργή και τον πόνο της, αντιθέτως τα αρνητικά συναισθήματα την κατανίκησαν κατά την περίοδο της συγγραφής. Η Τριελβελέρ διαμαρτύρεται για το γεγονός ότι τα μίντια την εμφανίζουν ως άλλη Λαίδη Μάκβεθ που προσπαθεί να επηρεάσει αρνητικά τον Ολάντ. Αρνείται πως είναι μια κοινή ζηλιάρα γυναίκα, κι όμως η ζήλεια είναι το κίνητρο για να γράψει το βιβλίο.
Για να καταλήξει η κριτική της Φρίμαν: «Είναι πραγματικά κρίμα για την Τριερβελέρ που δεν μπόρεσε να πάρει εκδίκηση από τον Ολάντ γιατί τυφλώθηκε από την οργή της. Ακόμη και οι ξεκαρδιστικές περιγραφές του σνομπισμού του Ολάντ (όσα λέει για τους φτωχούς), χάνονται κάτω από τα στρώματα θλίψης και αυτοεπιβεβαίωσης που αναζητεί η ίδια. Στην πραγματικότητα καμία απατημένη γυναίκα δεν μπορεί να ταυτιστεί με τα πάθη της και σαφώς με το βιβλίο».





















