Σκοτάδι στο Κέντρο: 19 Οκτωβρίου, η Νύχτα που ο Παντελής Καζάκος Βύθισε την Αθήνα στον Τρόμο
Υπάρχουν ημερομηνίες που λειτουργούν ως γιορτές και άλλες που στέκουν σαν σκοτεινά μνημεία. Η 19η Οκτωβρίου του 1999 ανήκει στη δεύτερη κατηγορία. Για την Αθήνα, δεν είναι απλώς μια μέρα στο ημερολόγιο. Είναι η νύχτα που το μίσος πήρε τη μορφή ενός 23χρονου άνδρα, βγήκε για «σαφάρι» στο κέντρο της πόλης και άφησε πίσω του μια ανεξίτηλη κηλίδα αίματος.
Το όνομά του: Παντελής Καζάκος. Η αποστολή του: Να «καθαρίσει» την πόλη.
Το ρολόι έδειχνε βράδυ, όταν ο Καζάκος, οπλισμένος με ένα πιστόλι και μια ιδεολογία που δηλητηρίαζε κάθε του σκέψη, ξεκίνησε τη βόλτα του. Δεν ήταν μια τυχαία βόλτα. Ήταν μια στοχευμένη πορεία θανάτου. Μεταξουργείο, Πλατεία Βάθης, Ψυρρή, Ομόνοια. Οι γειτονιές όπου η Αθήνα ανέπνεε με χίλιες διαφορετικές φωνές, έγιναν ο κυνηγότοπός του.
Δεν έψαχνε συγκεκριμένα θύματα. Έψαχνε «ξένους». Μετανάστες. Ανθρώπους που, στα δικά του παραμορφωμένα μάτια, δεν είχαν θέση εδώ. «Το κακό μ’ αυτούς έχει παραγίνει», θα δήλωνε αργότερα, ψυχρά, στους αστυνομικούς, προσπαθώντας να ντύσει την κτηνωδία του με τον μανδύα της «αποστολής».
Εκείνο το βράδυ και τις επόμενες ημέρες, μέχρι τη σύλληψή του, ο Καζάκος πυροβόλησε εν ψυχρώ. Σκότωσε δύο ανθρώπους και τραυμάτισε σοβαρά άλλους επτά. Για μέρες, ένα αόρατο πέπλο φόβου κάλυψε το κέντρο. Οι δρόμοι, που κάποτε έσφυζαν από ζωή, είχαν πλέον τη γεύση του πανικού. Οι σειρήνες των περιπολικών έσκιζαν τη σιωπή, καθώς η Αστυνομία αναζητούσε έναν φαντομά που χτυπούσε χωρίς λόγο, ή μάλλον, με τον πιο απάνθρωπο λόγο απ’ όλους: το ρατσιστικό μίσος.
Η σύλληψή του δεν έφερε μόνο το τέλος του τρόμου. Έφερε και την αποκάλυψη. Ο δράστης, που είχε διασυνδέσεις με τον ακροδεξιό χώρο, δεν έδειξε ίχνος μεταμέλειας. Η στάση του ήταν ατάραχη, κυνική, σχεδόν περήφανη.
Η πιο ανατριχιαστική στιγμή, αυτή που συμπυκνώνει όλη τη φρίκη της υπόθεσης, δεν ήταν οι πυροβολισμοί. Ήταν ο διάλογος με τον πατέρα του, έξω από το γραφείο του εισαγγελέα.
«Πατέρα, ο κόσμος με θεωρεί ήρωα ή φονιά;» ρώτησε.
Η απάντηση του πατέρα του ήταν η μόνη αλήθεια εκείνης της ημέρας: «Φονιά σε λένε, παιδί μου».
Σαν σήμερα, 19 Οκτωβρίου, δεν θυμόμαστε απλώς την αρχή ενός εγκλήματος. Θυμόμαστε τι συμβαίνει όταν η ιδεολογία οπλίζει το χέρι ενός ανθρώπου.
Ο Παντελής Καζάκος δεν σκόρπισε απλώς τον τρόμο· απέδειξε πόσο κοντά στην επιφάνεια της καθημερινότητας μπορεί να βρίσκεται η απόλυτη βαρβαρότητα, περιμένοντας απλώς μια αφορμή για να βγει παγανιά.