Ο Colin Ireland πίστευε ότι κανένας δε θα νοιαζόταν για τα «βδελύγματα της κοινωνίας» όπως τους αποκαλούσε
Ήταν μία νύχτα της Πρωτοχρονιάς του 1993 όταν ο πρώην στρατιωτικός Colin Ireland αποφάσισε ότι θέλει να γίνει κατά συρροή δολοφόνος και μάλιστα διάσημος, αφού ονειρευόταν η φήμη του να ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας.
Ο Ireland έγινε γνωστός στην Βρετανία αλλά και σε όλο τον πλανήτη τη δεκαετία του 1990, ως ο «σφαγέας των ομοφυλόφιλων». Βασάνισε μέχρι θανάτου πέντε ομοφυλόφιλους σε διάστημα μόλις τεσσάρων μηνών μόνο και μόνο επειδή τους θεωρούσε εύκολους στόχους, όπως ομολόγησε όταν συνελήφθη.
Ο Ireland εμφανιζόταν σε μπαρ ομοφυλόφιλων όπου «ψάρευε» τα θύματά του, τα οποία στη συνέχεια ακολουθούσε πότε στο σπίτι του και πότε στο δικό τους για να κάνουν σεξ. Εκεί αφού τους λήστευε, τους βασάνιζε, τους σκότωνε και μετά καθάριζε τα πάντα στο διαμέρισμα για να μην αφήσει ίχνη ενώ καθόταν δίπλα στα διαμελισμένα σώματα μέχρι το πρωί. Ο λόγος που περνούσε τη νύχτα δίπλα στα πτώματα ήταν ότι δεν ήθελε να εγείρει υποψίες φεύγοντας από τα σπίτια μέσα στη νύχτα.
Ο Colin Ireland είχε περάσει πολύ άσχημα παιδικά χρόνια και αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα. Από την ηλικία των 16 ετών μπαινόβγαινε στη φυλακή για ληστείες, βανδαλισμούς και εμπρησμούς, ενώ είχε εισαχθεί και σε αναμορφωτήριο για τη βίαιη συμπεριφορά του.
Όταν ενηλικιώθηκε, αποφάσισε ότι θα σκότωνε όσους περισσότερους ομοφυλόφιλους μπορούσε. Τους θεωρούσε εύκολους στόχους και πίστευε ότι κανένας δεν θα νοιαζόταν για τα «βδελύγματα της κοινωνίας», όπως τους αποκαλούσε.
Τα βράδια επισκεπτόταν μπαρ στο δυτικό Λονδίνο, όπου σύχναζαν ομοφυλόφιλοι για να βρουν ερωτικούς συντρόφους. Ο Ireland, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, είχε μία ιδιαίτερη προτίμηση στους σαδομαζοχιστές γιατί εκείνοι θα ήταν πιο ανοιχτοί να ικανοποιήσουν τις αρρωστημένες ορέξεις του.
Τους πλησίαζε και στη συνέχεια τους ακινητοποιούσε. Εκείνοι από την πλευρά τους το δέχονταν πρόθυμα, αφού το όλο σκηνικό το έβλεπαν ως ένα σεξουαλικό παιχνίδι που θα εκτόξευε την απόλαυση.
Στη συνέχεια ο δρόμος οδηγούσε συνήθως στο σπίτι τους. Εκεί τους έγδυνε, τους έδενε χειροπόδαρα και τους έριχνε στο κρεβάτι. Είχε πλούσιο εξοπλισμό και σύνεργα για να ικανοποιεί τις πιο περίεργες, άρρωστες και σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις του.
Φορούσε πλαστικές σακούλες στα ανυποψίαστα θύματά του προκαλώντας ασφυξία και τα σκότωνε. Αυτό όμως δεν του ήταν αρκετό. Επειδή ήταν άνεργος εκείνη την περίοδο, αποσπούσε από τα πτώματα χρήματα και τιμαλφή, για να μπορεί να ταξιδεύει και να βρίσκει τα επόμενα θύματά του. Στη συνέχεια, καθάριζε το διαμέρισμα, ώστε να μην αφήσει κανένα ίχνος που να τον συνδέει με τους φόνους. Έμενε στο σπίτι μέχρι το πρωί, ώστε να αποφύγει να κινήσει υποψίες μέσα στη νύχτα.
Πέρα από όλα αυτά ήταν και θρασύς. Συνήθιζε να παίρνει τηλέφωνο την αστυνομία και να τη χλευάζει επειδή δεν μπορούσε να τον πιάσει και να τον οδηγήσει στη φυλακή. Μάλιστα δεν έλειψαν και τα τηλεφωνήματα σε εφημερίδες όπου τους έλεγε: «Θέλω να γίνω διάσημος κατά συρροή δολοφόνος».Δείτε την επόμενη ή προηγούμενη σελίδα πατώντας τα νούμερα
Σελίδες 1 2