Μία νέα μαρτυρία-φωτιά με στόχο τον Μάνο Δασκαλάκη είδε το πρωινό της Τρίτης το φως της δημοσιότητας, αυτή τη φορά από οικογενειακή φίλη της οικογενείας Δασκαλάκη – Πισπιρίγκου.
Η γυναίκα αυτή, αποκάλυψε πως το 2019 ο Μάνος Δασκαλάκης, ενώ ήταν παντρεμένος με τη Ρούλα Πισπιρίγκου, της έστελνε γυμvές του φωτογραφίες σε μηνύματα φέρνοντας τη σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, ζητώντας της μάλιστα όταν… απολαύσει το θέαμα, να τις σβήσει για να μην εκτεθούν.
Αυτό συνεχίστηκε, μάλιστα, ακόμα και μετά τους θανάτους της 3,5 ετών Μαλένας και της 6 μηνών Ίριδας.
Αναλυτικά όσα είπε η οικογενειακή φίλη του ζευγαριού:
«Εγώ με τη μαμά του μεγαλώσαμε στην ίδια γειτονιά. Τον Μάνο τον γνώρισα μωράκι και τώρα τον ξαναείδα το 2019 νομίζω, πριν πεθάνει η Μαλένα. Έμαθα ότι είναι ο γιος της Ελένης, μιλάγαμε στο Facebook. Όχι με τη Ρούλα. Μετά της έκανα αίτημα φιλίας και της εξήγησα πώς ξέρω το παιδί. Μου έστελνε και κάτι φωτογραφίες… Πήγε να μου την πέσει, σε μένα που μεγάλωσα με τη μαμά του. Δηλαδή ερχόταν στο σπίτι και μου έστελνε και κάτι φωτογραφίες αισχρές.
Τις έσβηνα κατευθείαν. Του έστειλα ένα μήνυμα και του λέω ‘άμα σε δω και πουθενά στον δρόμο θα σε φτύσω ρε Μάνο. Γιατί δεν το περίμενα από σένα’. Ξέρει τα αδέρφια μου, ξέρει όλη την οικογένειά μου και να μου κάνει αυτά τα πράγματα; Ντροπή δηλαδή, με έκανε να ντραπώ και εγώ.
Όταν πήγαινε ταξίδι στην Αθήνα που ήταν οδηγός μου τα έστελνε αυτά. ‘Χίλια συγγνώμη’ κι αυτά να μου ζητάει μετά… Μου λέει ‘θα πάμε στο νεκροταφείο;’. ‘Θα πάμε’, του λέω, ‘αλλά εμένα τέτοιες φωτογραφίες δεν θα μου ξαναστείλεις, σε παρακαλώ πολύ’. Και πήγαμε την άλλη μέρα γιατί είχα πάρει δύο κεράκια των παιδιών και λέω ‘θα πάμε πάνω να μου δείξεις που είναι το μήνυμα των παιδιών;’. Και μου λέει ‘ντάξει’. Ανεβήκαμε πάνω, του λέω ‘τη μηχανή πώς την πήρες; Ζήταγες τα λεφτά δανεικά και πήγες και αγόρασες μηχανή καινούρια;’. ‘Με δόσεις’ μου είπε. ‘Ρε φίλε’, του λέω, ‘700 ευρώ δε μου είπες ότι παίρνεις; Πώς γίνεται αυτό το πράγμα;. Εκείνος δεν είπε τίποτα.
Για τις φωτογραφίες δεν μου είπε τίποτα, κιχ δεν έβγαλε την άλλη μέρα στο μνήμα. Πάντα μου έστελνε το βράδυ μηνύματα. Στις αρχές ήταν καλός, ‘τι κάνεις;’ κι αυτά… ‘Τώρα πάω ταξιδάκι’, μου λέει, ‘θα γυρίσω το πρωί, πάω σπίτι να κοιμηθώ να παίξω και με τη μπέμπα’, μου κάνει, με την Ίριδα. Την άλλη μέρα του λέω ‘γύρισες;’. ‘Έχω φτάσει ‘, μου λέει, ‘εδώ, ξεφορτώνω και πάω σπιτάκι’. ‘Πήγαινε παίξε με την Ίριδα’, του λέω, ‘και στείλε μου και φωτογραφίες’. Και μου ‘χε στείλει που έπαιζε.
Έσβηνε τα μηνύματα, και ξέρεις τι μου έλεγε; ‘Σβήστα κι εσύ τα μηνύματα’. Του λέω ‘εγώ το ‘χω κάνει ήδη’. ‘Ντροπή’, του λέω! Δεν είχα να φοβηθώ κάτι εγώ, αυτός φοβότανε! Και του ‘στελνα και τα απογεύματα που ήταν η Ρούλα εκεί. Και έστελνα στη Ρούλα ‘ήρθε ο Μάνος;’. ‘Ναι, τώρα παίζει με την μπέμπα’, μου λέει ‘και τραγουδάνε, τώρα θα σου στείλει βιντεάκι’, και μου ‘στειλε το βιντεάκι που τραγουδάει με τη μπέμπα».