Το μικρό κορίτσι είχε διαφύγει από την Ακτή Ελεφαντοστού για να αποφεύγει την κλειτοριδεκτομή
Μια τετράχρονη προσφυγοπούλα που έφθασε στην Ιταλία μόνη από τη Βόρεια Αφρική συναντήθηκε και πάλι με τη μητέρα της σήμερα, σε μια συγκινητική επανένωση μήνες αφού η γυναίκα εντοπίστηκε τυχαία από τις αρχές.
Μητέρα και κόρη έπεσαν η μία στην αγκαλιά της άλλης στο αεροδρόμιο του Παλέρμο, μόλις η γυναίκα αφίχθη από την Τυνησία, σχεδόν 5 μήνες αφού η ιταλική ακτοφυλακή περισυνέλλεξε το κορίτσι, την Ούμοχ, από μια βάρκα που έπλεε στη Μεσόγειο.
«Είναι μια πολύ συγκινητική στιγμή» δήλωσε η αστυνομικός Μαρία Βόλπε, επικεφαλής των επιχειρήσεων που αφορούν ασυνόδευτα παιδιά πρόσφυγες στη Σικελία, κι η οποία μετέφερε την Ούμοχ στο αεροδρόμιο στην πρωτεύουσα της νήσου.
«Εκείνοι (η μητέρα και το παιδί) δεν θα το ξεχάσουν ποτέ».
Όπως μετέδωσε το Reuters, η μητέρα της Ούμοχ, η Ζαναμπού, πήρε το κορίτσι από το σπίτι τους στην Ακτή του Ελεφαντοστού προκειμένου να μην υποβληθεί σε ακρωτηριασμό των γεννητικών της οργάνων, σύμφωνα με την αστυνομία.
Μόλις έφθασαν στην Τυνησία, η Ζαναμπού εμπιστεύτηκε το παιδί σε έναν φίλο κι επέστρεψε στην χώρα της για να πάρει κάποια από τα υπάρχοντά τους. Προτού επιστρέψει, ο φίλος τους έφυγε για την Ιταλία με το κορίτσι, ωστόσο οι δυο τους χωρίστηκαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, περιγράφουν οι ιταλικές αρχές.
Η Ούμοχ διασώθηκε κατά τον διάπλου και μεταφέρθηκε στη νήσο Λαμπεντούζα από τα στελέχη της ιταλικής ακτοφυλακής τον περασμένο Νοέμβριο. Το κοριτσάκι ήταν ένα από τους 25.000 ασυνόδευτους ανήλικους που έφθασαν στην Ιταλία το 2016.
Η ταυτότητά της παρέμεινε μυστήριο για κάποιες ημέρες ωσότου ένα άλλο κορίτσι την αναγνωρίσει από μια φωτογραφία της, ενώ έπαιζε με το τηλέφωνο της επικεφαλής του κέντρου υποδοχής της Λαμπεντούζα, Μαριλένας Κεφαλά.
Τότε οι αρχές κατάφεραν να εντοπίσουν τη μητέρα, η οποία είχε επιστρέψει στην Τυνησία.
«Θα έκανα τα πάντα για να βρω την Ούμοχ» είπε η ίδια, όπως έγραψε η εφημερίδα La Repubblica.
«Επιβιβάστηκα σε μια λέμβο αλλά υπέστη βλάβη. Δεν ξέρω να κολυμπώ. Φώναζα “Θεέ μου, μη με αφήσεις να πεθάνω, πρέπει να βρω την κόρη μου”».
«Επέστρεψα στη στεριά όπου με βρήκαν η αστυνομία και στελέχη οργανώσεων αρωγής από την Λαμπεντούζα. Τώρα βρίσκομαι εδώ» πρόσθεσε η γυναίκα.