Η στυγερή δολοφονία του αμερικανού προέδρου που άλλαξε το πρόσωπο της Αμερικής
Το ημερολόγιο έγραφε 14 Απριλίου 1865 όταν έλαβε χώρα η σημαντικότερη ίσως πολιτική δολοφονία της Ιστορίας, αυτή που ήρθε να βάλει το τελευταίο καρφί στα εμφυλιακά χρόνια των ΗΠΑ.
Ως ο κορυφαίος πρόεδρος που ευτύχησε ποτέ να δει η Αμερική στο τιμόνι της, ο Λίνκολν ήταν στον κολοφώνα της ακμής του κατά τη στιγμή που ο σκληροπυρηνικός πολέμιος της απελευθέρωσης των σκλάβων και φανατικός υπερασπιστής των πολιτικών του Νότου αποφάσισε να τον βγάλει από τη μέση, κάνοντας την κίνηση που θα του εξασφάλιζε τη συμπερίληψή του στα κιτάπια της Ιστορίας.
Ο ηθοποιός Τζον Γουίλκς Μπουθ δολοφόνησε λοιπόν τον Λίνκολν στο Θέατρο Φορντ, όπου ο σπουδαίος αμερικανός πρόεδρος απολάμβανε μια θεατρική παράσταση πανευτυχής για την κατάληξη των τραγικών γεγονότων: είχε ήδη ξεμπερδέψει με το ντροπιαστικό θέμα της μαύρης σκλαβιάς διατηρώντας την ένωση των πολιτειών παρά τον αιματηρό πόλεμο και έβλεπε ήδη τη χώρα του στον δρόμο της ανάκαμψης και της ευημερίας.
Και τότε ο Μπουθ τρύπωσε στο θεωρείο του και τον πυροβόλησε στο κεφάλι ανήμερα της Μεγάλης Παρασκευής του 1865, πηδώντας κατόπιν στη σκηνή, κραδαίνοντας ένα μαχαίρι και αλαλάζοντας τη ρήση του Βρούτου όταν σκότωνε τον Ιούλιο Καίσαρα: «Sic semper tyrannis» («αυτά πάντα στους τυράννους»)!
Η δολοφονία του φωτισμένου προέδρου λίγες μόλις μέρες μετά την 9η Απριλίου 1865, όταν ο συντετριμμένος αλλά πάντοτε υπερήφανος στρατηγός Λη υπέγραψε τη συνθηκολόγηση της Συνομοσπονδίας, έριξε βαριά τη σκιά της στην εσωτερική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ αλλάζοντας τις εύθραυστες ισορροπίες.
Όσο για τον φανατισμένο κατάσκοπο της Συνομοσπονδίας και σφοδρό πολέμιο του Λίνκολν, κυνηγήθηκε λυσσαλέα από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες και παγιδεύτηκε τελικά σε αχυρώνα της Βιρτζίνια λίγες μέρες αργότερα, όπου και τραυματίστηκε θανάσιμα από τις σφαίρες των διωκτών του, έχοντας ήδη γράψει τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του…
Πρώτα χρόνια
Ο Τζον Γουίλκς Μπουθ γεννιέται στις 10 Μαΐου 1838 στο Μπελ Ερ του Μέριλαντ ως το δεύτερο από τα δέκα παιδιά του γνωστού στην εποχή του βρετανού θεατρικού ηθοποιού Τζούνιους Μπουθ και της τότε ερωμένης του Μέρι Αν Χολμς. Ο ευκατάστατος αν και αλκοολικός πατέρας είχε μετακομίσει στις ΗΠΑ το 1821 και ζούσε τώρα σε μια φυτεία γεμάτη από σκλάβους, όπου και μεγάλωσε ο μικρός Τζον ως άλλο ένα κακομαθημένο παιδί της ανώτερης τάξης.
Στο σχολείο δεν πήγαινε μάλιστα συχνά, καθώς συνήθιζε να ακολουθεί τον πατέρα στις περιοδείες του, ο οποίος έφυγε ωστόσο από τον κόσμο όταν ο Τζον ήταν 14 ετών. Ελκυστικός, καλοζωισμένος και αναμφίβολα χαρισματικός, αποφάσισε τότε πως ήθελε να γίνει ηθοποιός, όπως ο πατέρας και ο μεγαλύτερος αδερφός του, και παράτησε το σχολείο μια και καλή. Παρά το γεγονός ότι ήταν τεμπέλης και βαριόταν μέχρι και τις ατάκες του να μάθει, ο νεαρός είχε έμφυτη κλίση στην υποκριτική και ιδιαίτερα στο κλασικό ρεπερτόριο. Ειδικευόταν μάλιστα στα σεξπιρικά έργα και ευτύχησε να κάνει όνομα ήδη από τα πρώτα βήματά του στο σανίδι, αρχικά στη Βαλτιμόρη και αργότερα στο Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια.
Το 1860, τη χρονιά που ο Λίνκολν ανέβηκε στο τιμόνι της Αμερικής, ο Μπουθ μέτρησε μια λαμπρή σεζόν επιτυχιών στα πέρατα των ΗΠΑ και φαινόταν πια ότι θα γινόταν διάσημος όπως ακριβώς και ο πατέρας του. Οι κριτικοί θεάτρου τον λάτρευαν και σε σχετική συνέντευξή του στην εφημερίδα «New York Herald» εξέφρασε την κλίση του στην υποκριτική ως εξής: «Είμαι γεννημένος να κάνω τον κακό»!
Καριέρα και εκλεκτικές συγγένειες με τον Νότο
Οι περιοδείες του πήγαιναν όπως είπαμε θριαμβευτικά και πλέον ήταν ένα από τα μεγάλα φιντάνια του θεάτρου. Την πορεία του ήρθε ωστόσο να ανακόψει πάθηση του αναπνευστικού το 1863, που τον ανάγκασε να μείνει εκτός σκηνής για ένα καλό διάστημα. Πριν αποσυρθεί από το σανίδι μάλιστα, ο πάντα θεατρόφιλος Λίνκολν πρόλαβε να τον θαυμάσει σε μια παράσταση στο μοιραίο Θέατρο Φορντ! Την ίδια εποχή, ο γυναικοκατακτητής Μπουθ αρραβωνιάστηκε κρυφά την κόρη γερουσιαστή, σε κάτι που φαινόταν να είναι άλλο ένα έπαθλο στη μακρά του τροπαιοθήκη.
Αντίθετα με τις πολιτικές θέσεις της υπόλοιπης οικογένειάς του, ο Τζον ήταν από την αρχή υποστηρικτής του Νότου, θεωρώντας πως ο Εμφύλιος Πόλεμος ήταν απαραίτητος για να διατηρηθεί η ανεξαρτησία των νότιων πολιτειών. Σφοδρός πολέμιος των φιλελεύθερων πολιτικών του Βορρά, δεν ήθελε να ακούσει για αποτίναξη της δουλείας θεωρώντας πως οι υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των Αφρο-Αμερικανών ήταν προδότες του έθνους που έπρεπε να εξοντωθούν.
Όντας λοιπόν εκτός δουλειάς, είχε αρκετό χρόνο για συνωμοσίες και σε μια τέτοια πλεκτάνη συνέλαβε ένα σχέδιο για την απαγωγή του Λίνκολν. Σκόπευε μάλιστα να ανταλλάξει κατόπιν τον αμερικανό πρόεδρο με μια σειρά προβεβλημένων αιχμαλώτων πολέμου της Συνομοσπονδίας, αν και δεν είναι σαφές αν ήταν μόνος του στην πλεκτάνη ή λειτουργούσε για λογαριασμό άλλων.
Σύντομα πάντως η συνωμοσία περιλάμβανε έξι νοματαίους, όλοι μέλη της Συνομοσπονδίας. Όλα ήταν έτοιμα για τη μέρα της απαγωγής του Λίνκολν από την Ουάσιγκτον (Μάρτιος του 1865), αν και το πράγμα δεν ευοδώθηκε καθώς ο πρόεδρος δεν εμφανίστηκε τελικά στην προγραμματισμένη εκδήλωση. Εξοργισμένος ο Μπουθ, αποφασίζει να κλιμακώσει τη δράση του, με τη δολοφονία να φαίνεται τώρα η μόνη οριστική λύση…
Το δολοφονικό σχέδιο και η τολμηρή εκτέλεσή του
Ήδη από τη δεκαετία του 1850, ο Μπουθ ήταν μέλος ενός ακραίου κόμματος που ήθελε να απαλλάξει τις ΗΠΑ από τη μετανάστευση και κατόπιν άρχισε να εμπλέκεται ολοένα και πιο ενεργά με τους φορείς που προωθούσαν τη συνέχιση της δουλείας. Γνωστός και υπεράνω υποψίας, από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 προσφέρθηκε να γίνει κατάσκοπος για λογαριασμό των δυνάμεων της Συνομοσπονδίας και υπηρέτησε με μεγάλη ικανότητα τον νέο του ρόλο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Πολλά μυστικά της Ένωσης έφτασαν στα αυτιά των Νοτίων μέσω του ηθοποιού.
Ο Μπουθ πληροφορήθηκε για το προεδρικό πρόγραμμα της 14ης Απριλίου 1865 και τη μοιραία παράσταση που θα παρακολουθούσε ο Λίνκολν στο Θέατρο Φορντ της Ουάσιγκτον εκείνο το απόγευμα. Κατά το δολοφονικό σχέδιό του μάλιστα, εκείνη τη μέρα θα εξοντώνονταν επίσης ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, αλλά οι συνεργοί του Μπουθ απέτυχαν να κάνουν τη θανάσιμη δουλειά τους. Όχι όμως και ο εξτρεμιστής ηθοποιός.
Ο Μπουθ πήγε λοιπόν στο θέατρο λίγο νωρίτερα και «πείραξε» την πόρτα του προεδρικού θεωρείου ώστε να μπορεί να την ανοίξει αργότερα. Στις 10:00 το βράδυ, τρύπωσε στο θυρωρείο, πυροβόλησε τον Λίνκολν στο κεφάλι και πήδηξε κατόπιν στη σκηνή κραυγάζοντας το περιβόητο «Sic semper tyrannis» αλλά και κάτι ακόμα: «Ο Νότος εκδικήθηκε!».
Παρά το τραύμα στο πόδι του από το τολμηρό άλμα στη σκηνή, ο φονιάς κατάφερε να το σκάσει με το άλογο που τον περίμενε έξω από το θέατρο, εκμεταλλευόμενος μαεστρικά το σοκ των παριστάμενων. Ο Λίνκολν μεταφέρθηκε σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο και άφησε την τελευταία του πνοή την επόμενη μέρα, 15 Απριλίου…
Θάνατος
Ο Μπουθ και ένας ακόμα συνεργός του, αφού απευθύνθηκαν σε συνωμότη γιατρό της Συνομοσπονδίας για τις πρώτες βοήθειες, προσπάθησαν να περάσουν με τα άλογα τον ποταμό Ποτόμακ, κάτι που αποδείχθηκε ωστόσο πολύ δύσκολο και έχασαν αρκετό πολύτιμο χρόνο εκεί.
Κατόπιν βρήκαν καταφύγιο σε φυτεία υποστηρικτή του Νότου στη Βιρτζίνια, όπου και εντοπίστηκε από τις ομοσπονδιακές δυνάμεις στον αχυρώνα της αγροικίας στις 26 Απριλίου, 12 μέρες μετά την πράξη του. Αρνούμενος να παραδοθεί, οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στον αχυρώνα και κάποια στιγμή που μπόρεσαν να τον διακρίνουν μέσα στις φλόγες, τον πυροβόλησαν. Με τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, καθώς η σφαίρα τον είχε βρει στον λαιμό, ο Μπουθ μεταφέρθηκε στη βεράντα της εξοχικής κατοικίας, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή τρεις ώρες αργότερα. Τα τελευταία του λόγια ήταν: «Πείτε στη μητέρα μου ότι το έκανα για την πατρίδα μου».
Οι υπόλοιποι συνωμότες συνελήφθησαν και δικάστηκαν, με τους τέσσερις από αυτούς να καταδικάζονται σε θάνατο και τους άλλους δύο να λαμβάνουν ισόβια κάθειρξη. Όσο για τη ζοφερή κληρονομιά του Μπουθ, έγινε σύμβολο της αντίστασης των Νοτίων στο κίνημα των πολιτικών δικαιωμάτων των Αφρο-Αμερικανών, καθώς η διεστραμμένη αίσθηση του πατριωτισμού του σάρωνε τώρα στις πολιτείες της Συνομοσπονδίας…
Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr